Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

ΕΙΝΑΙ ΟΝΤΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΤΑ ΒΟΤΑΝΑ



Εύλογο το ερώτημα μιας και πολύς λόγος γίνεται τελευταία για τα βότανα αλλά και τα συμπληρώματα διατροφής.
Η χρήση των φυτών για θεραπευτικούς σκοπούς είναι τόσο παλιά όσο και ο πολιτισμός και η πρώτη γραπτή αναφορά έρχεται από τους Σουμέριους το 2200 π.Χ.
Ο πατέρας της Ιατρικής, ο Έλληνας Ιπποκράτης κατέγραψε 400 περίπου είδη βοτάνων των οποίων η χρήση ήταν γνωστή ήδη κατά τον 5ο π.Χ. αιώνα. Εδώ  σημειώνω ότι ο μεγάλος αυτός επιστήμονας της Υγείας χρησιμοποιούσε ένα αφέψημα από φύλλα ιτιάς (salice) και το χορηγούσε σαν αντιφλεγμονώδες με μεγάλη επιτυχία στους πόνους του τοκετού, αλλά και σε άλλες περιπτώσεις, καθώς επίσης και σαν αντιπυρετικό. Όταν γνωστή φαρμακευτική εταιρία »ανακάλυψε» το 1899 την ασπιρίνη, που στη φαρμακευτική χημεία ορίζεται σαν ακετυλοσαλικυλικό οξύ (salice), απλά μετέφερε την ιτιά του Ιπποκράτη στο εμπόριο. Και μάλιστα απέκρυψε για κάποια χρόνια την ύπαρξή της, γιατί μέχρι τότε πουλιόταν ελεύθερα από τα φαρμακεία της εποχής η μορφίνη, που είχε φανατικούς χρήστες λόγω της αποτελεσματικότητάς της σαν αναλγητικό αλλά και λόγω κυρίως της εξάρτησης που προκαλούσε. Κανείς χρήστης δεν ήθελε να σταματήσει την μορφίνη και έτσι άργησε αρκετά να επικρατήσει η ασπιρίνη στην παγκόσμια αγορά. Έκτοτε η ασπιρίνη υπήρξε και είναι ακόμη το δημοφιλέστερο φάρμακο μέχρι σήμερα χάρις και στην αντιαιμοπεταλιακή της δράση (αντιθρομβωτική). Εδώ πρέπει εμφαντικά να πούμε ένα μεγάλο ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ στον Ιπποκράτη.
Ο Διοσκουρίδης τον 1ο π.Χ. Αιώνα συνέγραψε ένα εγχειρίδιο Φαρμακευτικής Βοτανικής όπου αναφέρει περί τα 600 βότανα, έργο που ήταν η βάση για πολλές μεταγενέστερες έρευνες.
Ο Κλαύδιος Γαληνός (129 – 199 μ.Χ.) ήταν ο δεύτερος σπουδαιότερος γιατρός της αρχαιότητας μετά τον Ιπποκράτη. Τα πολυσύνθετα φαρμακευτικά του σκευάσματα είναι γνωστά στην παγκόσμια βιβλιογραφία ως ''Γαληνικά'' και πολλά χρησιμοποιούνται σήμερα. Αρκεί να κάνετε μια ερώτηση στον φαρμακοποιό σας για να το διαπιστώσετε.
Η επιστήμη της Φαρμακογνωσίας διδάσκεται στις φαρμακευτικές σχολές των πανεπιστημίων όλου του κόσμου. Αποτελεί μάλιστα την βάση μαζί με ένα κύκλο άλλων μαθημάτων (Ανατομία, Φυσιολογία και Βιοχημεία), για να πάει ο φοιτητής στο σπουδαίο μάθημα της Φαρμακολογίας. Η Φαρμακογνωσία ασχολείται με τα φαρμακευτικά φυτά και ζώα που περιέχουν δραστικές ουσίες, τις ονομαζόμενες Δρόγες, που είναι ικανές να θεραπεύσουν τον άνθρωπο. Είναι δηλαδή φάρμακα. Άλλωστε τα φάρμακα προήλθαν από τα βότανα. Αναπτύχθηκαν διάφορες τεχνικές ούτως ώστε οι δραστικές ουσίες των βοτάνων να πάρουν μια τελική μορφή που να κάνει εφικτή κι εύκολη την χορήγησή τους στον άνθρωπο. Έτσι δημιουργήθηκαν τα εκχυλίσματα, τα βάμματα, οι αλοιφές, τα σιρόπια, τα υπόθετα και οι ενέσιμες μορφές. Εδώ έπαιξε και παίζει τον σπουδαίο της ρόλο η Φαρμακευτική Τεχνογνωσία. Βεβαίως σήμερα υπάρχει πλήθος αξιόλογων επιστημονικών εργαστηρίων που ανακαλύπτουν σημαντικότατα για την υγεία του ανθρώπου φάρμακα. Αυτό όμως δεν αναιρεί κατ’ ουδένα τρόπο τη σημασία των βοτάνων στην θεραπεία πολλών ασθενειών, δρώντας είτε από μόνα τους, είτε συνεργώντας με συγκεκριμένα φάρμακα, με εξαιρετικά για τον ασθενή αποτελέσματα. Η απάντηση λοιπόν στο ερώτημα της επικεφαλίδας αυτού του άρθρου είναι αυτονόητη. Τα βότανα και η βοτανοθεραπεία χαίρει της εκτίμησης όλης της επιστημονικής κοινότητας. Οι επιστήμονες, ακόμη και οι πιο δύσπιστοι, παρατηρώντας τα αποτελέσματα από διάφορες θεραπείες σε πανεπιστημιακές κλινικές, όχι μόνο αποδέχονται αλλά και ασχολούνται όλο και περισσότερο με τις θεραπευτικές ιδιότητες των βοτάνων. Και ο λόγος είναι πολύ απλός. Τα βότανα δεν έχουν ή έχουν ελάχιστες παρενέργειες, δηλαδή όλες εκείνες τις ανεπιθύμητες ενέργειες που χαρακτηρίζουν αλλά και στιγματίζουν τα φάρμακα. Αρκεί μια ματιά στο ένθετο ενός κουτιού με φάρμακα για να καταλάβετε τι εννοώ.

Εδώ να τονίσουμε ότι τα τελευταία χρόνια η Φαρμακολογία και ο τρόπος που διδάσκεται στα πανεπιστήμια θα πρέπει να αναθεωρηθεί, μιας και δεν είναι ο ενδεδειγμένος. Δεν μπορεί ο γιατρός να πληροφορείται τις δράσεις ενός φαρμάκου μόνο από τον ιατρικό επισκέπτη, που πολλές φορές είναι και άσχετος με τον χώρο, χωρίς ο ίδιος να είναι εξοπλισμένος έτσι που να μπορεί να κρίνει μόνος του. Αυτό το  γεγονός το οφείλουμε στην φαρμακοβιομηχανία που αρκετές φορές »χάνει» τον στόχο της, που δεν πρέπει να είναι άλλος από την βελτίωση της υγείας όλων μας, χάρις στον »διαβόητο» στόχο του κέρδους. Τα πανεπιστήμια, σαν οντότητες επιστημονικές και λίκνα της γνώσης που είναι, θα πρέπει να ανεξαρτητοποιηθούν από κάθε είδος συναλλαγής με φορείς που στόχο έχουν μόνο το κέρδος. Γιατί στην Υγεία, δεν ταιριάζει η λέξη ΚΕΡΔΟΣ.
Σήμερα υπάρχει έντονη ή πολεμική  μεταξύ αυτών που γνωρίζουν τις θεραπευτικές ιδιότητες των βοτάνων με αυτούς που δεν τις αποδέχονται. Ας αναλογισθούμε ότι πολλά από τα φάρμακα που καθημερινά χρησιμοποιούμε δεν είναι άλλο παρά βότανα. Η ασπιρίνη, το Digoxin (digitalis purpurea), το Lanoxin (digitalis lanata) τα οποία είναι παγκοσμίως διαδεδομένα σαν φαρμακοκινητικά γλυκοζίδια, κατάλληλα δηλαδή για την καρδιακή ανεπάρκεια, τα περισσότερα αντιβιοτικά που δεν είναι παρά συγγενείς της αμπικιλλίνης που με τη σειρά της είναι μια ημισυνθετική πενικιλλίνη η οποία είναι καθαρά δρόγη, και πληθώρα άλλων φαρμάκων. Έχω προσωπικά ακούσει ασθενή να ρωτά τον γιατρό του να του πει τη γνώμη του για κάποιο βότανο και αυτός να απαντά ''δεν ασχολούμαι με μαντζούνια''!… Μέσα σε αυτή του την έπαρση και την ασέβεια προς τον ασθενή, αναρωτήθηκε άραγε ο φουκαράς το πόσο βλάκας είναι;  Αναρωτήθηκε για την ανεπάρκεια που έχει όσον αφορά στις γνώσεις του στην φαρμακογνωσία και στην φαρμακολογία, μαθήματα σημαντικά για να μπορεί να ασκεί το επάγγελμά του; Νομίζω πως όχι!
Εδώ θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί γιατί να συμβαίνει αυτό ενώ θα έπρεπε να υπάρχει μια αγαστή συνεργασία μεταξύ των διαφωνούντων. Η απάντηση είναι σαφής και απλή. Όλα οφείλονται στην ύπαρξη της λεγόμενης ''πατέντας''. Η φαρμακοβιομηχανία ξοδεύοντας τεράστια ποσά στην έρευνα μπορεί και »πατεντάρει» το προϊόν της και έτσι μπορεί να το πουλήσει αυτή και μόνο και με αυτό τον τρόπο να πάρει πίσω πολλαπλάσια κέρδη. Τις περισσότερες μάλιστα φορές παίρνει ένα γνωστό ή άγνωστο βότανο και τροποποιώντας  τη χημική του δομή μπορεί και πατεντάρει την ''νέα εφεύρεση''. Τα βότανα όμως που απλόχερα μας χαρίζει η μάνα Φύση, δεν πατεντάρονται. Κανείς δεν μπορεί να πάρει π.χ. το χαμομήλι και να το μετατρέψει σε αφέψημα αποκλειστικά δικής του εκμετάλλευσης. Τουλάχιστον μέχρι αυτή την ώρα που γράφεται αυτό το άρθρο! Θα μου πείτε τώρα ''δεν πρέπει κάποιος που ερευνά και ξοδεύει να αμείβεται ;'' Βεβαίως, θα σας απαντήσω, αρκεί να μην έχει να κάνει με την Υγεία. Γιατί τότε μπαίνουμε στις γνωστές ατραπούς και στα θλιβερά αδιέξοδα που έχουν μετατρέψει τον ιερό χώρο για τον οποίο μόχθησε ο Ιπποκράτης και πολλοί άλλοι σε ''μαγαζάκι'' κέρδους. Και όπως προανέφερα, δεν ταιριάζει αυτή η λέξη στην Υγεία.
Άλλωστε, οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι είναι οι ερευνητές  που ανακαλύπτουν τα πάντα. Δεν είναι σίγουρα ο βιομήχανος που παράγει την γνώση. Αυτός έχει επενδύσει τα κεφάλαια που απαιτούνται για την έρευνα. Εδώ βρίσκεται και η λύση. Ας γίνουν τα κράτη επενδυτές στο χώρο της Υγείας. Ή, επειδή δεν είναι στόχος μας να υποδείξουμε εμείς την λύση, ας »πετάξουμε το μπαλάκι» στους  ιθύνοντες πολιτικούς. Και αν μας απαντήσουν με τη γνωστή πολιτικάντικη ρήση ''και πού θα βρούμε τα λεφτά;'', ας τους απαντήσουμε όπως τους απάντησα κι εγώ τον Μάιο 2016 στο Δημαρχείο Αμαρουσίου με αφορμή την γιορτή για την παγκόσμια ημέρα υγείας που ήμουν εκ των ομιλητών. '' Να σας απαντήσω όπως μου έλεγε ο παππούς μου. Πού θα βρω τα λεφτά παππού;''
'' Να κόψεις το σβέρκο σου''!
 Τσιώλης Γεράσιμος
Διδάκτωρ Βιοχημείας
University of Bologna-Italy